Ήταν ένα αυγουστιάτικο απόγευμα στην Έζουσα, ηλιοβασίλεμα, από εκείνα τα ηλιοβασιλέματα, τα θεραπευτικά θαρρείς, που η σκέψη και η ψυχή ηρεμεί και η μνήμη αναπολεί γεγονότα και περιστατικά από τα παλιά. Είχαμε και επισκέπτες εκείνη την ημέρα από τη Χώρα, ανάμεσά τους και τον αξιόλογο καθηγητή, συγγραφέα και ποιητή Γεώργιο Διλμπόη. Η συζήτηση είχε ανάψει για τα καλά καθώς θαυμάζαμε το απέναντι τοπίο, το βουνό Κοφινάς, που εκείνη την ώρα στην κορυφή του είχε φορέσει καπέλο ένα πελώριο γκριζωπό σύννεφο. Το βλέμμα μας στάθηκε ιδιαίτερα στην πλαγιά του στο βυζαντινό ξωκκλήσι του Αγίου Γεωργίου στη θέση του παλιού μοναστηριού -μετόχι κάποτε της Νέας Μονής- και στη διπλανή τρυπιά -σπηλιά κατά μερικούς- την Καλογερότρυπα, που ο θρύλος θέλει να καταλήγει στα Ψαρά. Και τότε ακούγοντας αυτές τις διηγήσεις ο κ. Διλμπόης έριξε την ιδέα: Γιατί δεν τα γράφετε όλα αυτά που αφορούν στην ιστορία του χωριού σας, να διασωθούν και να μη χαθούν στο διάβα του χρόνου; Το σκέφτηκα, το ξανασκέφτηκα και στο τέλος το αποφάσισα, θα πρέπει να ομολογήσω ότι η παρότρυνση του επισκέπτη μας ήταν η αφορμή και μόνο. [...] (Από τον πρόλογο της έκδοσης)