Η άποψη ότι η τέχνη μπορεί να υπάρξει παντού, και όχι μόνο στα μουσεία και στις γκαλερί, οδήγησε, ήδη από τη δεκαετία του 1960, σε μια αυξανόμενη παρουσία έργων τέχνης σε διάφορα μέρη της πόλης: Σε πλατείες, δημόσια πάρκα, πεζοδρόμους, πανεπιστημιουπόλεις, σχολεία, σιδηροδρομικούς σταθμούς και νοσοκομεία. Η σημασία αυτής της διάχυσης των έργων τέχνης για την εικόνα των δημόσιων χώρων είναι ανάλογη με αυτήν της τοποθέτησης αγαλμάτων και της ανέγερσης μνημείων στις πόλεις του 19ου αιώνα.
Η "δημόσια τέχνη" είναι ένας εξαιρετικά γενικός όρος, με τον οποίο επιχειρείται να περιγραφεί κάθε καλλιτεχνική δημιουργία και δράση που χωροθετείται σε δημόσιο χώρο, έξω δηλαδή από το μουσείο ή την γκαλερί. Η άνθηση της δημόσιας τέχνης κατά τις τελευταίες δεκαετίες οφείλεται, αφενός και κατά πολύ, στη χρηματοδότηση που οι κυβερνήσεις άρχισαν να διαθέτουν για δημόσια έργα (projects), συμπεριλαμβανομένων και των κτηρίων υγείας, και αφετέρου στη δραστηριότητα καλλιτεχνών. Όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες αντιλαμβάνονται και αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους έναντι του κοινωνικού συνόλου, αν και γνωρίζουν ότι η τέχνη είναι ένα κομμάτι του παγκόσμιου οικονομικού περιβάλλοντος και μια πολυεθνική επιχείρηση πολλών δισεκατομμυρίων (π.χ. Demian Hirst). Πολλοί καλλιτέχνες χρησιμοποιούν σήμερα δημόσιους χώρους (κοινόχρηστους, δημοτικούς κ.ο.κ) και κτήρια για να προσεγγίσουν και να απευθυνθούν σε ένα μη καλλιτεχνικό κοινό (non-art) αλλά και για να κάνουν μια πολιτική δήλωση. Είναι ίσως υπερβολικό να πούμε ότι αυτό μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, σίγουρα, όμως, μπορεί να συμβάλει στην προσέγγιση του σύγχρονου κόσμου και στην κατανόησή του.
Η ερώτηση γιατί ο αρχιτέκτων προσθέτει τέχνη σε ένα κτήριό του, που ήδη είναι 'τέλειο', έχει τις ρίζες της στο παρελθόν (Karl Schinke: τοποθέτηση αγαλμάτων σε σημαντικά κτήρια) αλλά έχει απαντηθεί και απο τον Mies van der Rohe (Barcelona Pavilion: George Kolbe's sculpture). Αυτά τα στοιχεία δεν έχουν καμία σχέση με την παρείσφρηση διακόσμησης στην καθαρότητα της