«Η Κέρκυρα στα τέλη του 18ου αιώνα είναι κατάφυτη από ελαιόδεντρα τόσο πυκνά, που τα κλαδιά του ενός δέντρου μπλέκονται με τα κλαδιά του άλλου κι ο κίνδυνος μιας γενικευμένης πυρκαγιάς είναι εξαιρετικά συχνός. Εδώ ζουν και μοχθούν οι ‘’μικροί άνθρωποι’’ της υπαίθρου. Η βενετσιάνικη διοίκηση τους θεωρεί απείθαρχους και τεμπέληδες. Όμως, η πλούσια βλάστηση που τους περιβάλλει, ελιές κι αμπέλια, είναι έργο των δικών τους χεριών. Οι καρποί των κόπων τους δεν είναι δικοί τους: τους μοιράζονται με τον –συχνά απόντα– φεουδάρχη, ενώ η μορφή του επιστάτη, κοντοχωριανού τους, αλλά και ανθρώπου της διοίκησης και των μηχανισμών της, είναι ίσως η απεχθέστερη του χωριού…».
(απόσπασμα από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Η Θεοδώρα (Δώρα) Μόσχου, μπαρουτοκαπνισμένη ιστορικός και καθηγήτρια με διεισδυτική και ταξική ματιά στη μελέτη της ιστορικής εξέλιξης, καταθέτει ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον και πρωτότυπο επιστημονικό πόνημα για μια ιδιαίτερη, σχετικά «άγνωστη» αλλά απόλυτα ταλαιπωρημένη από τον παραμορφωτικό φακό της κυρίαρχης αντίληψης, περίοδο της σύγχρονης ιστορίας του ελλαδικού χώρου. Η Βενετοκρατία στα Ιόνια Νησιά συμπυκνώνει με χαρακτηριστικά εύγλωττο τρόπο όλες τις όψεις του ασθμαίνοντος και έτοιμου ‒με την ευρεία έννοια‒ να αποχωρήσει από το ιστορικό προσκήνιο φεουδαρχικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος.
Υπό το πρίσμα αυτό, η Μόσχου απλώνει, με όπλο το αθάνατο και αλάνθαστο εργαλείο του ιστορικού υλισμού και της διαλεκτικής σκέψης, το πολύτιμο φως της επιστημονικής έρευνας στις κοινωνικές σχέσεις οι οποίες καθορίζουν το ιστορικό γίγνεσθαι της εποχής, στην οικονομική βάση του σχηματισμού, στην επίδραση που αυτά έχουν στην ανάπτυξη της συνείδησης. Μέσα σ’ ένα ασφυκτικό οικονομικό περιβάλλον, που συμπίπτει ιστορικά με την οριστική αποσύνθεση του φεουδαρχικού συστήματος στην υπόλοιπη Ευρώπη, οι άνθρωποι του μόχθου, οι πάροικοι της εποχής, καλλιεργούν τη γη, παντρεύονται, δημιουργούν οικογένειες και νοικοκυριά, τσακώνονται μετ