Ποτίζω μια εικόνα
στις γωνίες των επίπλων μου.
Ποιά η μνήμη
όταν τα χέρια ψηλαφίζουν
τη ζωηρή της κρούστα;
Το τσίγκινο τρενάκι
πλανάται ήσυχο τώρα
(κοντεύει, μα)
δες πως ηχούνε οι ράγες.
// η μνήμη μ' ακουμπάει
σαν κουκούτσι κερασιού
δαγκώνω το περίβλημα
και πέφτω στη ρωγμή της //