Η συνάφεια της πολεοδομίας με την ουτοπία έχει ήδη επισημανθεί και σχολιαστεί από έγκριτους μελετητές. Στη μελέτη αυτή επιχειρείται μια συστηματικότερη και πολύπλευρη διερεύνηση αυτής της συνάφειας προκειμένου να αναδειχθούν τα κοινά θεμελιακά γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν διαχρονικά τον κοινωνικό ουτοπισμό και τον πολεοδομικό σχεδιασμό, πέρα από τις πρόδηλες αναλογίες τους για τις οποίες γίνεται λόγος στην εισαγωγή. Το κύριο σώμα της μελέτης αρθρώνεται σε τέσσερα μέρη. Το πρώτο είναι αφιερωμένο σε μια γενική θεώρηση της ουτοπικής νοοτροπίας. Ανατέμνονται κατ αρχάς οι προτυπώσεις μιας ιδανικής πολιτείας που μας έχουν παραδοθεί από διανοητές διαφόρων εποχών, είτε ως φανταστικά αφηγήματα είτε ως μεταρρυθμιστικά προγράμματα, με στόχο να διακριβωθούν τα κοινά ιδεολογικά μοτίβα τους. Σε αυτές τις προτυπώσεις, που διέπονται κατά κανόνα από μια αφηρημένη ορθολογικότητα και έχουν αποκληθεί «ψυχρές» ουτοπίες, αντιβάλλεται ως «θερμή» έκφανση κοινωνικού ουτοπισμού η πίστη των αδικημένων του κόσμου τούτου στην έλευση ενός βασιλείου δικαιοσύνης και ελευθερίας, πίστη που εξέθρεψε πολυάριθμες θρησκευτικές αιρέσεις και λαϊκές εξεγέρσεις. Εξετάζονται επίσης οι ομόρροπες και αντίρροπες προς τον ουτοπισμό τάσεις που εκδηλώθηκαν στους χώρους της πολιτικής φιλοσοφίας και της λογοτεχνίας. Στο δεύτερο μέρος η διερεύνηση στρέφεται στις αστυφιλικές και αστυμαχικές διαθέσεις που συνόδευσαν την ανάπτυξη των πόλεων και στις πολεοδομικές ιδέες που εκφαίνονται τόσο στα κείμενα των ουτοπιστών όσο και στη χωρική οργάνωση των ουτοπικογενών κοινοτήτων που ιδρύθηκαν κατά καιρούς.