Κατάργησα τα όρια ανάμεσα σε ποιήματα και αφορισμούς, για να τα κάνω προοδευτικά πιο συμπαγή, μέχρι να φτάσουν στη σύσταη ένα πετραδάκι. Για 500 μέρες, κάθε πρωί, έψαξα να γράψω, με τις ελάχιστες λέξεις ένα αίσθημα ή μια σκέψη που θα με βοηθούσε να υποφέρω καλύτερα τις συγκρούσεις αυτού του αδυσώπητου ονείρου που λέμε πραγματικότητα. Χωρίς αυτές τις ταπεινές γραμμές λάμποντας πάνω στα σκοτάδια, δεν θα είχα μπορέσει να συνεχίσω να ζω. Από πέτρα σε πέτρα σφυρηλάτησα ένα δρόμο στο βούρκο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)