Ο ιερομόναχος Μελέτιος Σκιαδάς, ο οποίος μονάζει στην Ιερά Μονή Λογγοβάρδας Πάρου, εξαίρετος ερευνητής στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, καλείται στο μοναστήρι, όταν ο δόκιμος μοναχός και αγιογράφος Ζαχαρίας Σηφάκης, βρίσκεται νεκρός, με κομμένο τον λαιμό, μέσα στο ερμητικά κλειδωμένο εργαστήρι του. Οκτώ μοναχοί επάνδρωναν τη Μονή της Αγίας Τριάδας. Πριν σπάσουν την πόρτα, και οι επτά βρίσκονταν στην τραπεζαρία. Το ίδιο και την ώρα που έγινε ο φόνος. Από την πρώτη κι όλας στιγμή, ο Μελέτιος καταλαβαίνει πως η υπόθεση δεν είναι διόλου απλή. Γιατί ο αγιογράφος είχε πάντα κλειδωμένα πόρτα και παράθυρο; Ποιο αόρατο χέρι κατάφερε το ακατόρθωτο; Τι ρόλο παίζει στην υπόθεση η πανέμορφη Γεωργία, κόρη βοσκού, η οποία επισκεπτόταν τακτικά τον αγιογράφο στο εργαστήρι του; Τι μυστικά κρύβονται στο υπόγειο των κειμηλίων και στις στοές των σμυριδωρυχείων; Όταν ένας ακόμη μοναχός δολοφονείται, με παρόμοιο ακατανόητο τρόπο, τότε η κατάσταση ξεφεύγει από τα χέρια του και σε συνεννόηση με το Ιερατείο, αναγκάζεται να ζητήσει τη βοήθεια της αστυνομίας. "Μελέτιε, σκέψου σαν ιερωμένος και όχι σαν ερευνητής". Αυτά είναι τα λόγια του πρώην αστυνόμου Ορέστη Φωκά όταν φτάνει στο μοναστήρι. Με τη βοήθεια του αρχιφύλακα Μάνου Αναστασάκη και ενός πανέξυπνου νεαρού μοναχού, θα προσπαθήσουν να ξεδιαλύνουν το μυστήριο. Είναι ένας από τους μοναχούς ο δολοφόνος ή κάποιος άγνωστοος κυκλοφορεί κρυμμένος στις σκιές; (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)