Κατά τον Ηράκλειτο, «ὁ ἄναξ, οὗ τὸ μαντεῖόν ἐστι τὸ ἐν Δελφοῖς, οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει ἀλλὰ σημαίνει». Στο Μαντείο του George Le Nonce, που ο ίδιος περιγράφει ως σύνθεση μικτής τεχνικής, δεν υπάρχει άναξ και δεν λατρεύεται ο Λοξίας. Στη θέση του, παρελαύνουν τριανταπέντε τεθνεώσες ποιήτριες που επικοινωνούν με τον ποιητή από τον άλλο κόσμο˙ αφού του παραδώσουν, εν είδει διαπιστευτηρίων, τους χρησμούς τους, επανέρχονται ως μούσες και εμπνέουν, ή υπαγορεύουν, η καθεμιά με τον δικό της τρόπο, ποιήματα που, παραδόξως, επιχειρούν να αποκαλύψουν την ταυτότητα του αποδέκτη, μια ταυτότητα που η ίδια η Δευτέρα παρουσία των νεκρών ποιητριών αμφισβητεί και διαστρέφει. Των χρησμών και των ποιημάτων του Μαντείου προτάσσεται ένα αυτομυθογραφικό ψευδοδοκίμιο, στο οποίο μου φαίνεται πως ο Le Nonce ούτε λέγει ούτε σημαίνει, αλλά μάλλον επιχειρεί να κρύψει τη φωνή του άνακτα˙ κυρίως, όμως, παίζει˙ κυρίως, υπονομεύει την ίδια την έννοια του προσώπου, της ταυτότητας και της προσωπικής φωνής.