Και να ’μαι. Στον παράδεισο. Τα πάντα θα μπορούσαν να γαληνεύουν, η ψυχή να ευφραίνεται, το μυαλό ν’ αδειάζει και χρήσιμα να γεμίζει, το κορμί ν’ απαλύνεται, τα μάτια να χαμογελούν, το πρόσωπο να ημερώνει, να νυχτώνει και να ξημερώνει και… όλα αυτά στη μετριότητα ριγμένα να τα ζω τσαλαπατώντας τα. Γιατί λείπει. Λείπει η δύσκολη απλότητα του αγγίγματος, η πληρότητα της σιωπής, η υπέρτατη δύναμη των σκέψεων, όταν έχουν ντυθεί το μανδύα λέξεων απλών, η νωχελική εξερεύνηση των αισθήσεων, η μεταμόρφωση βασανιστικών αλγόριθμων σε λιτές εξισώσεις, η επί -θεμάτων, γευμάτων και αισθημάτων- κοινωνία.