Εκείνη τη μέρα η Θάλεια έφτασε στο σπίτι της λίγο πιο αργά από το συνηθισμένο. Ανέβηκε στον δεύτερο όροφο, άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματός της και μπήκε. Πριν βγάλει το πανωφόρι, πήρε τους φακέλους από την τσέπη του και τους πέταξε στο τραπεζάκι του σαλονιού. Και τότε πρόσεξε, πως εκτός από τις επιστολές με τους λογαριασμούς, υπήρχε και μια με ιδιώτη αποστολέα. Διάβασε το όνομα και, συγκλονισμένη, με τα χέρια της να τρέμουν και την καρδιά της να χτυπά δυνατά, έχωσε βιαστικά το νύχι της στο κενό που υπήρχε στην πάνω άκρη του φακέλου και τον άνοιξε. Ξεδίπλωσε το περιεχόμενο και άρχισε να διαβάζει…